Τρίτη, Δεκεμβρίου 26, 2017


Dame Laura Knight                  
Αγγλίδα ιμπρεσσιονίστρια Ζωγράφος
(4 Αυγούστου 1877-7 Ιουλίου 1970)

Three Graces.
Οι Τρεις χάριτες

The coil of hair.
Το τύλιγμα των μαλλιών
The Nuremberg Trial (1946)
Η δίκη της Νυρεμβέργης
Take Off (1943)
Απογείωση (Αγγλικού Βομβαρδιστικού).

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 21, 2017


Ο ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΗΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥ ΕΛΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ.
21-12-1944


Διάβασα για …εικοστή φορά στη ζωή μου όσα έγραψε κάποτε ο Δημ. Μυράτ για τη δολοφονία της Ελένης Παπαδάκη και αναδημοσιεύτηκαν στην εφ. «ΤΑ ΝΕΑ» στις 6-7 Σεπτεμβρίου 2014. Υπάρχουν ασάφειες, κενά και, δυστυχώς, ηθελημένες παραλείψεις. Σʼ αυτά θέλω να απαντήσω τελείως τηλεγραφικά, έστω κι αργά, ό,τι μπορώ. Αλλού είναι η θέση τους με τις απαραίτητες παραπομπές
Πρώτα πρώτα πώς του ʼρθε του Μυράτ να γράψει «γιʼ αυτό» ύστερα από τόσα χρόνια. Ήταν έξυπνος, μορφωμένος και έγραφε θαυμάσια. Ηθοποιός δεν ήταν και το ήξερε. Τι τον έσπρωξε όμως να δημοσιεύσει αυτό το καυτό θέμα μάλλον στο παλαιό περιοδικό «Ευθύνη»; Τι λέπια και λεκέδες ήθελε νʼ αποτινάξει από πάνω του στο περιορισμένο κοινό ενός λαμπρού μεν αλλά «άγνωστου» περιοδικού; Γιατί τον έτρωγε το «θέμα», ύστερα από τόσα χρόνια, αφού ο ίδιος ήθελε να πιστεύει τον εαυτό του τελείως αθώο του αίματος της Παπαδάκη;
Εντύπωση κάνει επίσης ότι αποφεύγει να αναφέρει το όνομα της αδελφής του Μιράντας, από άλλη μητέρα, όταν εκείνα τα χρόνια και οι πέτρες ακόμη βοούσαν για το θανάσιμο μίσος της προς τη μεγάλη ηθοποιό, πριν, και την υποτιθέμενη συμμετοχή της στη δολοφονία της, μετά. Υπάρχουν δημοσιεύματα της εποχής που αναφέρουν ολοκάθαρα ονόματα και περιστατικά. Σʼ αυτά ουδείς απάντησε και ουδείς έσυρε ποτέ κάποιον στα δικαστήρια γιʼ αυτή την τρομερή προσβολή και συκοφαντία.
Η Μιράντα Μυράτ, την οποία δεν αναφέρει ποτέ ο Δημήτρης ή Τοτός Μυράτ, ανήκε κι αυτή, όπως και ο αδελφός της και ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα στο ΕΑΜ. Υπάρχουν φωτογραφίες της από διαδηλώσεις να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή με σηκωμένο χέρι και ασφαλώς να φωνάζει «θάνατος στους φασίστες». Ο πιο εύστοχος τίτλος μιας τέτοιας φωτογραφίας θα ήταν τότε «Η παρασυρθείσα κόρη».
Όσο για τη σχέση της με την Πολιτοφυλακή Πατησίων –εκεί που κατέληξε η Παπαδάκη–είναι ότι έμενε δύο τετράγωνα παρακάτω, στο σπίτι μιας Γεωργιάδου. Αυτό αρκούσε για να γραφεί στο τάκα τάκα ένα μονόπρακτο.`
Μετά τα Δεκεμβριανά ακολούθησε τους χιλιάδες εαμίτες στην υποχώρησή τους στην παγωμένη ελληνική επαρχία, χωρίς να προφθάσει να μετακινηθεί προς τις ανατολικές χώρες και επέστρεψε στην Αθήνα. Εκεί την έκρυψε από τους κακούς ανθρώπους η μητέρα της, ηθοποιός Κυβέλη, σύζυγος του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, του επιλεγόμενου τότε «παπατζή».
Λίγο καιρό μετά έκανε δήλωση μετανοίας καταδικάζοντας τον κομουνισμό και για τον εαυτό της γράφει ότι όλα όσα έκανε και όσα είπε τα έκανε ως «παρασυρθείσα». Έτσι προσελήφθη και στο Εθνικό Θέατρο, τον δημόσιο οργανισμό, που εκείνα τα χρόνια και για να πιεις νερό χρειαζόσουν από την αστυνομία χαρτί νομιμοφροσύνης. Πάει κι αυτό.
Η αίτησή της στο Εθνικό Θέατρο για να επαναπροσληφθεί ως υγιώς και εθνικώς πλέον σκεπτομένη έχει χαθεί.
Ασπασία Παπαθανασίου
Ο Μυράτ αποφεύγει ακόμη να αναφέρει τον πόλεμο, τον παροξυσμό και τις λυσσαλέες επιθέσεις που δεχόταν η Παπαδάκη στα δύο τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής της και από συναδέλφους και από τα φύλλα μιας κατάπτυστης «εθνικόφρονης» εφημερίδας. Αυτά τα ήξερε και τα διάβαζε. Ποιος τα χαιρόταν όμως και ποιος τα υπαγόρευε; Και βέβαια θα ήξερε τις τελείως αντισυναδελφικές, πρόστυχες, μοχθηρές, εκδικητικές πράξεις της Ασπασίας Παπαθανασίου (η ίδια η Ασπασία τα γράφει χαρτί και καλαμάρι σε βιβλίο της) και της Αλέκας Παΐζη, επάνω στη σκηνή, τις ώρες της παράστασης, όταν η Παπαδάκη υποδυόταν την Εκάβη στο Εθνικό Θέατρο, του Δεκέμβρη 1943, και οι δύο κυρίες, νεαρές τότε, συμμετείχαν στο Χορό της ίδιας τραγωδίας! Παραλείπω τα κείμενα γιατί θα στενοχωρηθούμε όλοι.`
Αλέκα Παϊζη
Και επειδή η Παπαδάκη συνελήφθη στο σπίτι του Μυράτ (το ίδιο βράδυ τη δολοφόνησαν στο έρημο, τότε, Γαλάτσι) και επειδή την άλλη μέρα το μεσημέρι κατόρθωσε η θεία του Μαρίκα Κοτοπούλη, αδελφή της μητέρας του, να στείλει το αυτοκίνητο του Ερυθρού Σταυρού, με τον ίδιο τον διευθυντή μέσα, τον ελβετό Λαμπέρ, στο σπίτι του στα Πατήσια, στην οδό Ιακωβίδου, και να τον μεταφέρουν σώο στο Κολωνάκι, αποφάσισε να μην πάει στην κηδεία της ένα μήνα μετά (τότε βρήκαν το πτώμα της). Οι γονείς του πήγαν και φυσικά η «θεία» Μαρίκα.
Τώρα πώς κατόρθωσε το αυτοκίνητο του Ερυθρού Σταυρού, με τους τεράστιους κόκκινους σταυρούς σε όλες τις πλευρές του, να διασχίσει την εαμοκρατούμενη Αθήνα είναι μυστήριο. Ίσως οι εαμίτες συμμορφώθηκαν για λόγους «ανθρωπισμού» στην παράκληση των Άγγλων να μην πυροβολούν τα αυτοκίνητα και να «σεβαστούν το διεθνές σήμα».
Στις 11 Δεκεμβρίου 1944 ρίχτηκαν από αέρος χιλιάδες προκηρύξεις μʼ αυτή την παράκληση. Ενδεικτικά αναφέρω την κατακλείδα της σπάνιας προκήρυξης: «Παρακαλούμεν άπαντας να σεβασθούν το διεθνές σήμα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και να μην πυροβολούν κατά των μεταγωγικών αυτών αυτοκινήτων, τα οποία μεταφέρουν φαρμακευτικά είδη εις τους πληγωμένους και τρόφιμα εις τον Λαόν των Αθηνών».
Γιʼ αυτό το επεισόδιο ο Μυράτ δεν λέει τίποτε. Ή έγραψε και το ʼσκισε μετά ή κάπου ακόμα λανθάνει και περιμένει τη νεκρανάστασή του. Αρκεί να πέσει σε χέρια σοβαρών ερευνητών.
Ολυμπία Παπαδούκα`
Αρχίζοντας ο Μυράτ μας λέει ότι λίγο πριν αρχίσουν τα άγρια όργανα είπε στην Παπαδάκη να εξαφανιστεί «για να μην τη βρει κακό». Πώς γνώριζε ότι κινδύνευε; Εκείνη θύμωσε και τον αποπήρε. Μέγα και βλακώδες λάθος της. Υπολόγιζε ότι θα παρουσιαζόταν σε κάποιο «πολιτισμένο» δικαστήριο και με δυο δικηγόρους για να αποστομώσουν τους εχθρούς της, αν συνέβαινε κάτι άσχημο και παρατραβηγμένο. Εκτός αυτού είχε ντοκουμέντα. Είχε σημειώματα και επιστολές για να τρέξει και να βοηθήσει. Πράγματι βοήθησε και έσωσε τριάντα δύο (32) κρατούμενους είτε από το εκτελεστικό απόσπασμα είτε να αποφυλακιστούν. Είχε επιστολές από τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό, τη συγγραφέα Λιλίκα Νάκου, τον ενδυματολόγο Αντώνη Φωκά. («Άραγε τους ξέρει κανείς σήμερα αυτούς τους ανθρώπους;) Είχε «άκρες». Κυρίως στον Αρχιεπίσκοπο, στο δήμαρχο Αθηναίων Γεωργάτο, στον ίδιο, το μισητό πρωθυπουργό Ράλλη, κολλητό φίλο του πατέρα της.
Ακόμη κι όταν κάποιο άγιο χέρι ενός αγνώστου έριξε κάτω από την πόρτα της σημείωμα που τη συμβούλευε να εξαφανιστεί αμέσως γιατί την κυνηγούν να τη δολοφονήσουν, εκείνη το αγνόησε. Ευτυχώς δεν το αγνόησε ο λαμπρός συνάδελφος και φίλος της Νίκος Δενδραμής και σώθηκε. Υπάρχουν δύο κυρίες σήμερα οι οποίες γνωρίζουν τίνος ήταν εκείνο το χέρι που έστειλε αυτά τα δύο σημειώματα, με κίνδυνο της ζωής του, και το κρύβουν μέχρι τώρα για άγνωστους λόγους. Πιθανόν εθνικούς! Δεν γράφω επίθετα και σχόλια γιατί θʼ αποκτήσω ακόμη δύο εχθρούς. (Όμως κάτι με βασανίζει. Έχει γούστο, λέει, να ήταν το χέρι του Μυράτ!)
`
Την Παπαδάκη τη συνέλαβαν πράγματι στο σπίτι των Μυράτ, απόγευμα της 21 Δεκεμβρίου 1944. Αυτός που τη ζήτησε ήταν ο φοιτητής Ιατρικής Κώστας Μπιλιράκης, αργότερα γνωστός γιατρός της Αθήνας, κάτοικος κι αυτός της περιοχής Πατησίων, οδός Χρυσοστόμου Σμύρνης, πάροδος Καυτατζόγλου, γιος εφοριακού– (είχαν κάνει μαζί κάμποσες συλλήψεις, ίσως για να εκδικηθεί το θάνατο του αδελφού του από τους γερμανούς). Κάποτε που τον ρώτησα στο τηλέφωνο για κείνο το «περιστατικό» μου είπε ότι έφαγε τόσο ξύλο από τους δεξιούς (τα Χερουβείμ δηλαδή της πατρίδας γιατί οι άλλοι ήταν τα Σεραφείμ) που δεν θυμόταν τίποτε. Τον πιστεύω ακόμη. «Έφυγε» κι αυτός αλλά αργά!
Μαζί του έσερνε έναν αστυφύλακα με πολιτικά, «δικό μας» πια, ονόματι Θεόδωρο Μιχαλόπουλο και τον υποβολέα του θεάτρου Δημήτρη Σούλη. Αυτόν κι αν γνώριζαν όλοι οι θεατράνθρωποι. Όπως γνώριζαν και τους συναγωνιστές και φίλους τους στην Πολιτοφυλακή Πάνο Καραβουσάνο, ηθοποιό τετάρτης κατηγορίας και τον μπάσο της Λυρικής Σκηνής Εμμανουήλ Δουμάνη. Αυτοί όλοι ήταν μόνιμοι κάτοικοι της Πολιτοφυλακής Πατησίων.

Η Παπαδάκη συνοδευόμενη από τη φίλη της Αιμίλια Καραβία και τον Δ. Μυράτ, οδηγήθηκε πρώτα στα γραφεία της Λαϊκής Επιτροπής του ΕΑΜ, επί της οδού Πατησίων 314, για να αναφερθεί όπως ορίζει η στρατιωτική τάξη ότι η διαταγή τους εξετελέσθη (αυτό «ξέχασε» να το αναφέρει ο Μυράτ, καίτοι πολύ σημαντικό) και εν συνεχεία όλοι μαζί πήγαν στην Πολιτοφυλακή της γειτονιάς τους, η οποία στεγαζόταν στην επιτεταγμένη έπαυλη Παπαλεονάρδου, οδός Πολυλά και Ροστάν.
Εκεί την υποδέχεται ο Καραβουσάνος με χειροφίλημα! Ούτε αυτό αναφέρει ο Μυράτ. Αναφέρει όμως ότι εκδιώκονται «με το άγριο». Από ποιους άγριους και πόσο άγρια απέναντι σʼ ένα γνωστό τους γραμματέα του ΕΑΜ, στρατιωτικά ανώτερό τους, ο οποίος μπαινόβγαινε διαρκώς στην Πολιτοφυλακή και τον γνώριζαν όλοι. Και δεν ήταν ύποπτος που συνόδευε μια επικίνδυνη ύποπτη;
(Να σκεφτεί μόνο κανείς ότι ο Καραβουσάνος ήταν στο πάνελ των ηθοποιών οι οποίοι διαγράψανε τους συναδέλφους τους –δίπλα στον «συνάδελφό» τους, τον μέγα Αιμίλιο Βεάκη– και ίσως ακολούθησε, μαζί με τον μπάσο της Λυρικής Σκηνής, το εκτελεστικό απόσπασμα έως τον ορισμένο τόπο για να πιστοποιήσει ιδίοις όμμασι τον «θάνατο της πουτάνας». Αυτός ήταν ο τίτλος που της απονεμήθηκε στα συνέδρια των ηθοποιών, από τους ίδιους τους αφιονισμένους ηθοποιούς. Εδώ ονόματα δεν λέμε).
Και συνεχίζει ο Μυράτ: «Σαν ήρθε ο καπετάν Ορέστης…»
«Καλλιτεχνικό» ψευδώνυμο ενός νέου 23 χρόνων, διοικητή της Πολιτοφυλακής Πατησίων από τα αισχρά και εγκληματικά λάθη της ηγεσίας του Κόμματος, ο οποίος και λόγω της ηλικίας του είχε το κουσούρι να κυνηγάει μόνο γυναίκες. Έκανε «όργια» λέει ο Μυράτ (για σκέψου , για σκεφθείτε τι όργια!) ο οποίος έγραψε κάποτε ότι και ο ίδιος ήταν «λάτρης» του ποδόγυρου. Έτσι ακριβώς, αλλά φαίνεται χωρίς όργια. Ενώ αν ο Ορέστης κυνηγούσε άντρες όλα θα ήταν ομαλά, ρόδινα και δίχως όργια.
Ενδιαφέρον μεγάλο παρουσιάζει ο αμέσως επόμενος, μετά τον Ορέστη, διοικητής της Πολιτοφυλακής Πατησίων, ο οποίος καταθέτει τέσσερις μήνες αργότερα, στο 16ο αστυνομικό τμήμα, ότι ο Ορέστης «επεδίδετο μετά γυναικών εις ακολάστους πράξεις»!
Δηλαδή τι άλλο έκανε ένας φυσιολογικός νέος 23 χρόνων από εκείνα όπου κάνουν επί εκατομμύρια χρόνια οι άνθρωποι στον πλανήτη. Το όνομα του νέου διοικητή: Νίκος Ανδρικίδης. Θα τον βρούμε παρακάτω, κολλητό φίλο, κι αυτόν, του Μυράτ.
Ο Τοτός Μυράτ
Ο Ανδρικίδης συνέλαβε και εκτέλεσε τον Ορέστη (τα γράφει αυτά ο Μυράτ χωρίς να αναφέρει το όνομα του φίλου του Ανδρικίδη) διότι εκτός από τις «ακόλαστες πράξεις» κατάκλεβε όλους τους «αντιδραστικούς» που συνελάμβανε. Έκλεβε δηλαδή τις βέρες, τους σταυρούς και ό,τι χρυσαφικό και λίρες είχαν κρύψει στις ραφές των ρούχων τους και είτε τα κρατούσε ο ίδιος είτε τα χάριζε στις γκόμενες και δεν τα παρέδιδε στους ανωτέρους του «για τις ανάγκες του κόμματος». Έτσι ακριβώς ήταν η κατηγορία και γιʼ αυτό η ηγεσία έστειλε τον Ανδρικίδη στα Πατήσια για να βάλει τάξη. (Ο Ορέστης πήρε το δαχτυλίδι και το ρολόι της Παπαδάκη).
Τώρα πώς το άσπιλο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος είχε αλισβερίσι με τους μαυραγορίτες και τους απατεώνες σαράφηδες της αγοράς, οι οποίοι εξαργύρωναν βέρες, ρολόγια και χρυσαφικά με λίρες Αγγλίας είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία.
Σε κάποια δίκη του Ανδρικίδη που αναφέρθηκε το όνομα του Ορέστη (η γελοιότητα όλων ανεξαιρέτως δεν έχει όρια: ουδείς «γνώριζε» το πραγματικό του όνομα –το οποίο βρήκα πολύ αργότερα!) και η εκτέλεσή του «για να μη θρηνήσουμε και άλλα θύματα» όπως κατέθεσε αιφνιδίως ο ουρανοκατέβατος μάρτυρας υπεράσπισης του Ανδρικίδη, Δημήτρης Μυράτ, μια ηθοποιός, Ολυμπία Παπαδούκα ονόματι, έγραψε ότι στη δίκη «προσκομίστηκαν επίσημα χαρτιά (τα οποία πήραν πίσω αυτοί που τα προσκομίσανε) στο δικαστήριο, που αποδείχνανε (!) ότι ο νεαρός Ορέστης ήταν έμμισθος πράχτορας της Ιντέλιντζες Σέρβις! Γιʼ αυτό ακριβώς το λόγο έστειλε την Παπαδάκη στο απόσπασμα για να κηλιδωθεί το ΚΚΕ και το ΕΑΜ».
`
«Πράχτορας» λοιπόν ο αλητάμπουρας, όπως λίγο αργότερα καραμπινάτοι πράχτορες ήταν ο άγιος Νίκος Πλουμίδης και ο έξοχος Κώστας Καραγιώργης και πάλι λίγο αργότερα ο ίδιος, ο διαβόητος Νίκος Ζαχαριάδης και ο Τρότσκι και εκατομμύρια στρατιωτικοί και πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης, ο ανθός της μεγάλης Επανάστασης και πολλοί δικοί μας, αγνοί ιδεολόγοι, που πήγαν άδικα των αδίκων.
Εδώ πρέπει να σκεφτούμε αυτά τα επίσημα χαρτιά, ίσως σε περγαμηνή, σαν διπλώματα Ανωτάτων Σχολών, με υπογραφές και σφραγίδες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Όλα αυτά τα λέγανε και τα γράφανε κιόλας ηλικιωμένοι και γνωστότατοι δημοσιογράφοι χωρίς ίχνος ντροπής.
Ώρα μία μετά τα μεσάνυχτα της 21 Δεκεμβρίου 1944 ο διοικητής της Πολιτοφυλακής Πατησίων, Ορέστης, πρέπει να είναι κατάκοπος, αφού από τα χαράματα της προηγούμενης μέρας είναι στο πόδι. Θα σέρνεται από την κούραση κι ας είναι μόνο 23 χρόνων. Στην Πολιτοφυλακή επικρατεί χάος και το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και στις υπόλοιπες Πολιτοφυλακές της Αθήνας.
Συνεχώς καταφθάνουν νέοι κρατούμενοι. Τους περισσότερους μετά από μια σύντομη ανάκριση στα όρθια, τους «περιποιούνται» στο Γαλάτσι μʼ ένα χτύπημα στο κεφάλι για να μην ακούγονται οι πυροβολισμοί. Όλοι είναι εξαγριωμένοι καθώς τους ερεθίζει το χυμένο αίμα και τους κάνει πιο επικίνδυνους, σαν τους καρχαρίες.
Οι πολίτες κατηγορούνται είτε για συνεργάτες των γερμανών, δοσίλογοι και αντιδραστικοί είτε για τροτσκιστές. Οι μισοί από τα στελέχη της Πολιτοφυλακής που μύρισαν την επέλαση της ήττας τους και την επικείμενη σύλληψή τους, τα στρατοδικεία που θα πετούνε σε λίγο τις θανατικές ποινές σαν στραγάλια, έχουν ήδη φύγει πρώτα για τη Θήβα, παίρνοντας μαζί τους εκατοντάδες ομήρους, με σκοπό να προωθηθούν στους παραδείσους των ανατολικών χωρών.
Το να θυμάται όμως ο Ορέστης (όπως γράφει ο Μυράτ) μέσα σʼ εκείνο τον πανικό και την αναστάτωση το όνομα της Παπαδάκη, που πρώτη φορά άκουγε στη ζωή του, ότι ήταν εκείνη την οποία διέγραψε και ουσιαστικά καταδίκασε σιωπηρά σε θάνατο το εαμοκρατούμενο, εκείνη την περίοδο, Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, δύο μήνες ακριβώς νωρίτερα, στις 23 Οκτωβρίου, φαίνεται εντελώς ηλίθιο. Απλώς τη θυμήθηκε διότι μόλις πριν από λίγες στιγμές του ʼδειξαν το χαρτί της διαγραφής και του τό ʼτριψαν στα μούτρα. Ποιοι;
`
Κανείς δεν υποπτεύεται όμως ότι τις κινήσεις του Ορέστη τις παρακολουθεί κρυφά, τις ελέγχει και τις βαθμολογεί εδώ και τρεις μέρες, ΠΡΙΝ από τη σύλληψη της Παπαδάκη, ο Νίκος Ανδρικίδης, μέχρι προχτές διοικητής Πολιτοφυλακής Παγκρατίου, Βύρωνα, Καισαριανής, με δεκάδες συλλήψεις και εκτελέσεις στη μερίδα του. (Το τρελό είναι ότι μόνο για ένα φόνο καταδικάστηκε!) Ίσως τότε τον γνώρισε ο Μυράτ.
Στην επίσημη κατάθεσή του ο Ανδρικίδης τον Απρίλιο 1945 τα ξερνάει όλα, αλλά πρέπει να σκεφτόμαστε πόσα άλλα του χρεώσανε οι αρχές και με ποιες τρομακτικές συνθήκες δόθηκε η κατάθεση. Τις ξέρουμε, τις ξέρουμε από αιώνες πώς γίνονται αυτές οι καταθέσεις. Εδώ να σημειώσω ότι κάποτε εμπιστεύτηκα σε κάποιον ηλίθιο αυτή τη μοναδική κατάθεση, σε φωτοτυπία, η οποία αποκτήθηκε με κόπο και χρήμα, κι εκείνος την ανακοίνωσε στο διαδίκτυο!!
Εκεί λοιπόν αναφέρει ότι διετάχθη να παρακολουθεί κρυφά τον Ορέστη διότι, συν τοις άλλοις, δηλαδή τις γυναίκες, «έκλεβε ασύστολα τα θύματά του προς ίδιον όφελος» όπως είπαμε «και όχι για τις ανάγκες του Κόμματος».
Το όνομα της Παπαδάκη δεν το αναφέρει διότι απλούστατα δεν το είχε ακούσει κι αυτός ποτέ στη ζωή του.
Επομένως: από τις 18 Δεκεμβρίου, όπως γράφει και ο Πολ. Μαρσάν, τρεις μέρες δηλαδή πριν από τη σύλληψη της Παπαδάκη, που άρχισε ο Ανδρικίδης την έρευνά του, είχε μάθει για τις εν τω μεταξύ συλλήψεις και εκτελέσεις και δεν έκανε τίποτε για να τις σταματήσει.
`
Όταν μετά την εκτέλεση του Ορέστη ανέλαβε τη διοίκηση Πολιτοφυλακής Πατησίων ο Ανδρικίδης, εξακολούθησε με τη συμμορία του «προδότη» Ορέστη, όσους απόμειναν, να συλλαμβάνει και να εκτελεί πολίτες μέχρι τις 5 Ιανουαρίου 1945, ώσπου τό ʼσκασε κι αυτός, πήγε στη μέση της Ελλάδας, τον συνέλαβαν, τον φέρανε στην Αθήνα και πέρασε από δίκη. Με βασικό μάρτυρα υπεράσπισης τον Δημήτρη Μυράτ.
Είπε ο Μυράτ στο δικαστήριο: «Δεν έπρεπε να οδηγηθεί στο εδώλιο του κατηγορουμένου, μια και ενήργησε έτσι με το πέρασμά του από τα Πατήσια, ώστε να γλιτώσουν ασφαλώς όλοι οι αθώοι».
Γιʼ αυτά όλα όμως δεν έχει ούτε μία λέξη στο κείμενό του για την Παπαδάκη.
`

Ο Νίκος Ανδρικίδης (1914-2002) από τη Μικρά Ασία κι αυτός (!) έμεινε στη φυλακή 28 χρόνια. Απολύθηκε τον Ιανουάριο 1964. Στις 31 Οκτωβρίου 1986 του δόθηκε σύνταξη 9.600 δραχμών «ως παθών αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης»! Δυστυχώς είχε τυφλωθεί.
Με τον Δημήτρη Μυράτ έμεινε κολλητός φίλος έως το τέλος. Τι συνέβη, πώς συνέβη, γιατί συνέβη άδηλον. Εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν.
Ιδού μία από τις επιστολές του Μυράτ προς τον Ανδρικίδη με ημερομηνία 31.12.1978:
`
Αγαπητέ Νίκο, Χρόνια Πολλά. Ευτυχισμένος ο Καινούριος Χρόνος. Σʼ ευχαριστώ για τη φωτοτυπία. Μόλις ησυχάσω θα σου γράψω περισσότερες λεπτομέρειες για την περιβόητη σύλληψη [της Ελένης Παπαδάκη, φυσικά. Εσωκλείω δύο διπλές προσκλήσεις, που ισχύουν για οποιαδήποτε μέρα, ελεύθερες από κάθε επιβάρυνση. Θα ήταν άδικο να πληρώσης το θέατρο του φίλου σου. Χαίρω που ξέμπλεξες με τα συνταξιοδοτικά.
Γιατί να πάνε τόσοι ωραίοι αγώνες, όπως ο δικός σου και των άλλων παληκαριών, χαμένα; Ακόμα κι ο δικός μου απειροελάχιστος και μηδαμινός σαν Γραμματέα ΕΑΜ θεάτρου;
Τι έφταιξε και βρισκόμαστε πάλι στην ίδια κοινωνική κατάσταση της προμεταξικής περιόδου; Κρίμα!
Με φιλία κι εκτίμηση

Δ. Μυράτ
`
Εδώ με πόνο καρδιάς θέλω να σημειώσω ότι τα περισσότερα στελέχη της Πολιτοφυλακής Πατησίων και Παγκρατίου, ακόμη και ο προσωπικός εκτελεστής της Παπαδάκη, Βλ. Μ., είχαν γεννηθεί στη Σμύρνη ή στα προάστιά της! Πώς η «Καλλίστη πασών», αγαπητέ μου κύριε Κωνσταντίνε Δεσποτόπουλε, έβγαλε τέτοια τέκνα;
`
Τελειώνοντας καταγράφω ορισμένα χρήσιμα στοιχεία για την προϊστορία αυτού του δράματος. Στις 20 Οκτωβρίου 1944, λίγες μέρες δηλαδή μετά την Απελευθέρωση, στη συνεδρίαση του Σωματείου Ελλήνων (αυτό προπάντων) Ηθοποιών (κι αυτό προπάντων) ο αριστερός ηθοποιός του μουσικού θεάτρου Σπύρος Πατρίκιος κατόπιν πιέσεως και διαταγής, όπως λέγεται, του Κόμματος, αναγκάστηκε και μίλησε στους ηθοποιούς που μαζεύτηκαν στα γραφεία του Σωματείου τους, Σατωβριάνδου 52α, ως εξής:
`
«Θλιβερό καθήκον μας αναγκάζει να μιλήσουμε για τη στάση ωρισμένων, ευτυχώς ελαχίστων, ηθοποιών που πολλοί απʼ αυτούς δεν είναι ευτυχώς Έλληνες, που πρόδωσαν τον τίμιον αγώνα με πράξεις κακές και που το παράδειγμά τους θα ʼχε ανυπολόγιστες συνέπειες και συμφορές αν δεν ήσαν ευτυχώς τόσο λίγοι. Προτείνω να διαγραφούν από το Σωματείο και να στερηθούν κάθε δικαιώματος να εργάζονται στο ελληνικό θέατρο και να γίνη για κάθε προτεινόμενο αμέσως συζήτησις και να παρθή απόφασις».
`
*********************************************************
ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΑΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ

[Ο τίτλος και τα ονόματα, χωρίς κανένα σχόλιο, όπως δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Απελευθερωτής», 25 Οκτωβρίου 1945]
`
1) Βεργή Έλσα 2) Δαδοκαρίδου Έλλη 3) Ζαμάνου Χαρ. 4) Θάνος Διονύσιος 5) Ιακωβίδης Μιχάλης 6) Πόπολα Αγγέλα 7) Κόππολα Αλφρέδος 8) Μοσχούτης Δ. 9) Μπέλλα Σμάρω 10) Παπαδάκη Ελένη 11) Παυλόφσκαγια Νίνα 12) Ραμασόφ Ροβέρτος 13) Φελίτσης Δημήτριος και 14) Αγγελική Κοτσάλη.
Η επικύρωση των ονομάτων έγινε δύο μέρες πριν, στο θέατρο «Διονύσια» της Πλατείας Συντάγματος.
Το προεδρείο: Αιμίλιος Βεάκης, Θεόδωρος Μορίδης, Σπύρος Πατρίκιος, Χρήστος Τσαγανέας, Πάνος Καραβουσάνος.
`
**********************************************************
Προσωρινός επίλογος
Στην εξεταστική επιτροπή, πίσω από το θλιβερό τραπεζάκι στη μέση της σκηνής των θεάτρων (ασφαλώς το πιο άθλιο σκηνικό που εμφανίστηκε στο ελληνικό θέατρο) τον κεντρικό ρόλο του μεγάλου ιεροεξεταστή Τορκουεμάδα τον έπαιζε ο μεγαλύτερος Έλληνας ηθοποιός του 20ού αιώνα, και γιατί όχι και του 21ου, ο Αιμίλιος Βεάκης. Επέζησε ως το 1951.
`
Με τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο στην αρχή, άγριος Βενιζελικός μετά και υμνητής του Εθνάρχη, στη συνέχεια φανατικός οπαδός κάθε δικτάτορα και της βασιλείας και υμνητής του βασιλιά Κωνσταντίνου, στη συνέχεια υμνητής του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ώσπου ετελεύτησε το βίο του ως φανατικός αριστερός.
Μια μικρή παρένθεση. Ανάμεσα στους εχθρούς της ΟΠΛΑ, τους οποίους εκτελούσε συνεχώς κατά τη διάρκεια της Κατοχής (και τους χρεώνονταν οι Ούννοι) και ιδιαίτερα τον άγριο Δεκέμβρη 1944, ανάμεσα λοιπόν στους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς –κυρίως χωροφυλάκια του γάλακτος– τους κραγμένους μαυραγορίτες, τους γνωστούς συνεργάτες των γερμανών, ήταν και οι «περίφημοι» Τροτσκιστές, οπαδοί του δολοφονημένου, από άνθρωπο του Στάλιν, Λέον Τρότσκι. Αυτοί οι τελευταίοι ήταν το κόκκινο πανί όχι μόνο του δικού μας ΚΚΕ αλλά όλων των ΚΚ και οπαδών απανταχού της οικουμένης, ακολουθώντας τυφλά τη «σοβιετική γραμμή» εκείνων των χρόνων.
Ο Τροτσκιστής δικαστής "βεβαίως-βεβαίως"
Δίπλα, λοιπόν, στον Βεάκη, για να επανέλθω, που καθόταν ως κριτής (στο τέλος έβγαλε έξω την ουρά του και δεν ψήφισε τη διαγραφή κανενός, γιατί θα κατάλαβε το ρεζιλίκι του!) ήταν και ο ηθοποιός Χρήστος Τσαγανέας, ο πολιτικά «θανάσιμος εχθρός όλων»! Αυτόν διάλεξε το Κόμμα, λένε, αφού το Κόμμα, πάλι λένε, οργάνωσε αυτή την τελετή του θανάτου.
Άγνωστο παραμένει με ποιο τρόπο την είχε σκαπουλάρει έως εκείνη τη στιγμή από τα ακονισμένα νύχια των παιδιών (κυριολεκτώ) της οργάνωσης και δεν βρισκόταν το πτώμα του σʼ ένα χαντάκι. Αναρωτιέται κανείς πώς τον άντεχαν οι υπόλοιποι τέσσερις δίπλα τους και οι έξαλλοι αριστεροί ηθοποιοί της πλατείας και των θεωρείων. Ένας τέτοιος τροτσκιστής και με τέτοιο λαιμό έπρεπε να εξαφανιστεί αμέσως. Αλλά δεν… Επέζησε όλων και η γυναίκα του περισσότερο αφού έθαψε όλους και όλες που έπαιξαν μαζί της στο βίο της εκτός από τη Σμάρω Στεφανίδου που τους την έφερε.
Το περίεργο με τον Τσαγανέα είναι ότι ενώ ως νέος ήταν άσχημος και άχαρος όταν γέρασε έγινε συμπαθής με τους αβανταδόρικους ρόλους που έπαιξε στον κινηματογράφο.
Φανατική τροτσκίστρια ήταν και η γυναίκα του, επίσης ηθοποιός, Νίτσα Τσαγανέα, η οποία σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί τον Γιώργο Βιτσώρη (προσωπικος φιλος του Τρότσκυ) , αδελφό του ζωγράφου Μίμη Βιτσώρη, και ηθοποιού και ποιητη Τίμου Βιτσώρη, και η οποία είχε παίξει μερικές φορές σε δεύτερους ρόλους, δίπλα στην Ελένη Παπαδάκη.
`
Πώς κατόρθωσαν όμως (και ποιος άραγε απʼ όλους) να πλησιάσουν και να πείσουν αυτό το βουνό, τον Αιμίλιο Βεάκη, τον οποίο όλοι οι ασήμαντοι θεωρούσαν «συνάδελφό» τους, αν είναι δυνατό, να «ηγηθεί» μιας τέτοιας κατάπτυστης κατάστασης. (Εδώ ο Μυράτ, στο θέμα του «δικαστηρίου» δικαίως εξανίσταται). Τι μπορεί να του έταξαν και πώς τον έφεραν τούμπα; Μήπως του υποσχέθηκαν τιμές και δόξες, που δεν αξιώθηκε κανείς ως τώρα, μήπως του υπενθύμισαν τις μετάνοιες που έκανε σε κάθε κάλπη στρατιωτικό και πρωθυπουργό; Μήπως τον εκβίασαν για κάτι που κανείς ως σήμερα δεν γνωρίζει ή τον απείλησαν στα ίσα ότι αν δεν λάβει μέρος στην «επιτροπή» κινδυνεύει και ο ίδιος και η οικογένειά του; Άγνωστο.
Πρέπει, διάβολε, να κατάλαβε, γιατί ήταν πλέον ηλικιωμένος, ότι όλοι αυτοί οι ασήμαντοι και άσημοι τον ήθελαν ως όνομα, για κράχτη με λίγα λόγια για να δείξουν και να αποδείξουν στο «λαό» ότι εκείνη την κρίσιμη στιγμή το κίνημα ήταν ενωμένο και γερό σαν μια γροθιά.
Μέσα σʼ εκείνη τη φονική σιωπή δυστυχώς δεν ακούστηκαν δύο μεγάλες γυναικείες φωνές, ισάξιες του Βεάκη: της Μαρίκας Κοτοπούλη και της Σαπφώς Αλκαίου. Ήταν οι τρεις ηθοποιοί μπροστά στους οποίους εκείνες τις φαρμακωμένες ώρες, όλοι και όλες στέκονταν προσοχή θέλοντας μη θέλοντας. Ήταν, όπως και να το κάνουμε, αυτό που συνηθίζεται να λέγεται για τέτοιες προσωπικότητες «ιερά τέρατα». Σαν κι αυτούς δεν ξανάβγαλε το ελληνικό θέατρο. Να σημειώσω ακόμη δύο: τον Ευάγγελο και Γιώργο Μαμία.
`
Και μερικά ακόμη για τους περίεργους και τους σχολαστικούς. Μετά τη διαγραφή της έστειλε επιστολή, με ημερομηνία 7 Νοεμβρίου 1944, στον υπουργό Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, ως αρμόδιο περί τα καλλιτεχνικά.
Η κατηγορία ήταν: «Προδοτική στάση την περίοδο της Κατοχής». Χωρίς λεπτομέρειες.
Ανάμεσα σε άλλα γράφει στον υπουργό: «Μία απόφασις τοιούτου περιεχομένου μη κοινοποιηθείσα δε εις τους ενδιαφερομένους και ήτις απόφασις θα έδει να ληφθή μόνον κατόπιν τηρήσεως ωρισμένων νομίμων τύπων και γνωστοποιήσεως ημίν… με αναγκάζει να προσφύγω εις Υμάς και να διαμαρτυρηθώ εντονότατα…»
Και προς το Σωματείο: «Δια των εφημερίδων επληροφορήθην ότι διεγράφην από το ημέτερον Σωματείον. Παρακαλώ υμάς όπως εναρεστηθήτε να μου γνωρίσητε εγγράφως επί τη βάσει τίνων στοιχείων, μαρτυριών ή άλλων αποδείξεων ελήφθη η ανωτέρω απόφασις».
Ο υπουργός έστειλε αμέσως επιστολή στο Σωματείο και ζητούσε εξηγήσεις. Ούτε στον ένα ούτε στον άλλο απάντησε το Σωματείο. Στις 24 Νοεμβρίου η Παπαδάκη στέλνει δεύτερη επιστολή. Ανάμεσα σε άλλα γράφει:
«…Νομίζω ότι πάσα άμυνα επί τόσον αναρμόστως συντεταγμένου εγγράφου, πλήρους αορίστων και αβασίμων εναντίον μου στοιχείων και συκοφαντικών δυσφημίσεων, οικοδομήματος ασυστόλων κατηγοριών βασιζομένων μόνον επί «εντυπώσεων», ως ρητώς αναφέρει το απόσπασμα των πρακτικών [άρα υπήρχαν πρακτικά στο αρχείο της δεν βρέθηκαν ούτε στα γραφεία του ΣΕΗ] μία τοιαύτη άμυνα, θʼ απετέλει ύβριν εναντίον εμού της ιδίας, απρεπούς ήδη δια της αποφάσεως καθυβρισθείσης και δια τρόπου απάδοντος, ως φρονώ εις Σωματείον ευσεβούμενον εαυτό και τας αποφάσεις του.
»Κατά πόσον η όλη στάσις μου κατά το διάστημα της κατοχής υπήρξεν «αντεθνική, αντισυναδελφική, εγωιστική και απρεπής» δύνανται καλλίτερον από εμέ να διαφωτίσουν την Συνέλευσιν πολλοί εκλεκτοί συνάδελφοι».

Και τελειώνει την επιστολή καταθέτοντας τα όπλα εξαντλημένη και κατά κράτος νικημένη: «Οπωσδήποτε η Συνέλευσις υμών ας αποφασίση ό,τι νομίζει». Και υπογράφει: «Μετά πάσης τιμής». Σε ποιον και σε ποιους;
`
Είναι αλήθεια ότι ο αριθμός των θυμάτων της ανθρωποθυσίας στην Ελλάδα είναι ασήμαντος μπροστά στους ανατριχιαστικούς αριθμούς που μας παραδόθηκαν, μετά τον πόλεμο, από την Ιταλία και τη Γαλλία. Ίσως, λένε ορισμένοι, ως ποσοστά εν σχέσει με τον πληθυσμό κάθε χώρας είναι μάλλον ο ίδιος.
Αν εξαιρέσουμε τους μαυραγορίτες όλα τα άλλα θύματα ήταν της πείνας. Της πείνας ήταν και οι δολοφόνοι. Πρέπει όμως κάπως να κλείσουμε τούτο το παράπονο με τη δραματική διαπίστωση του Δ. Μυράτ: «Όπως το αίμα του [Ίωνος] Δραγούμη κατέστρεψε τον [Ελευθέριο] Βενιζέλο, έτσι πιστεύω πως το αίμα της Παπαδάκη κατέστρεψε το ΕΑΜ». Όχι όμως μόνο της Παπαδάκη.
`
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Θα ήταν άδικο να κλείσω τούτο το μνημόσυνο χωρίς μερικά ακόμη λόγια. Μόλις ησύχασαν, λοιπόν, κάπως τα πράγματα, μετά τον Φεβρουάριο 1945, ο Μυράτ αναγκάστηκε να εργαστεί ξανά για τον επιούσιο. Επειδή φοβήθηκε όμως ότι μπορούσε να βρεθούν μερικοί φανατισμένοι που είχαν μνήμη ανάμεσα στους θεατές και να τον ρωτήσουν δυνατά από την πλατεία, την ώρα της παράστασης, για την «περίπτωση», απευθύνθηκε σε φίλους του να πηγαίνουν στις παραστάσεις του για να επιβάλλουν σιωπή. Αψευδής μάρτυρας ο φίλος του φαρμακοποιός Σπύρος Λεκατσάς, οδός Πατησίων 336. Για να ʼχει όμως το κεφάλι του ήσυχο και να καλοπιάσει λίγο αργότερα τους «απέναντι» έγραψε ότι «ο Δεκέμβρης μύριζε ξένη προβοκάτσια»!
Ακόμη κάτι απαραίτητο. Αντιγράφω από το αρχείο μου δύο παραγράφους από το αυθεντικό χειρόγραφο άλμπουμ που έφτιαξε ο ίδιος ο Αιμίλιος Βεάκης, όταν τέλειωσαν οι παραστάσεις του έργου «Ταπεινοί και καταφρονεμένοι», που παίχτηκε σε δική του διασκευή στο Εθνικό Θέατρο.
Έχει ημερομηνία 20 Μαΐου 1934 (δέκα χρόνια πριν από το «συμβάν») και αφιερώνεται στην Ελένη Παπαδάκη:
«Στη μεγάλη μου συνάδελφο κι ευγενική φίλη Ελένη Παπαδάκη με την ευγνωμοσύνη μου για την αριστοτεχνική ενσάρκωση του ρόλου της Νατάσας».
Και απόσπασμα από την εισαγωγή του, πάλι χειρόγραφο: «Μην ξεχάσεις» της λέει «ποτέ σου αυτό το θρίαμβο, γιατί η θύμησή του θα σου φέρνει στο νου, για αιώνιο μάθημα, πως εκείνο που αξίζει θριαμβεύει πάντα στο πείσμα των ανάξιων και των μοχθηρών».
`
Μάνος Ελευθερίου
Άλλες πληροφορίες: http://elamcy.com/2015/12/22/21-dekemvriou-1944-dolofoneitai-ktinodos-apo-tous-kommounistes-i-ellinida-tragodos-eleni-papadaki/

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 14, 2017

Καλάβρυτα, 13 Δεκεμβρίου 1943.

Όλοι οι Έλληνες σχεδόν ξέρουμε τι συνέβη στα Καλάβρυτα την 13 Δεκεμβρίου 1943.
Αυτό όμως είναι η μισή ιστορία. Καλό είναι (αν και φαίνεται όχι για όλους) να ξέρουμε όλη την ιστορία.
Έτυχε προ δεκαετίας να διαβάσω το πολύ καλό ιστορικό βιβλίο, "Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα. Τα αιματηρά ίχνη της 117ης μεραρχίας καταδρομών στη Σερβία και την Ελλάδα"
του Hermann-Frank Meyer, Εκδόσεις Εστίας.

Εκεί για πρώτη φορά μετά αρκετές δεκαετίες, έμαθα όλη την ιστορία του ναζιστικού εγκλήματος των αντιποίνων στα Καλάβρυτα. Το βιβλίο αυτό όπως και το άλλο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα, το "Αιματοβαμένο Εντελβάις", συνιστώ ανεπιφυλάκτως σε όσους ενδιαφέροναται για την Ελληνική Ιστορία στα χρόνια της κατοχής. Είναι αντικειμενικά με λεπτομέρειες, πηγές και ντοκουμέντα.
Την υπόλοιπη μισή, από την ευρέως γνωστή ιστορία των Καλαβρύτων λοιπόν, την παραθέτω εδώ, όπως την ξαναδιάβασα όχι από το εκτενές βιβλίο του Meyer, αλλά από το Marketnews.gr.

"Το μεσημέρι της 16ης Οκτωβρίου 1943 ο 5ος λόχος του 749 Συντάγματος της 117ης Μεραρχίας της Βέρμαχτ, με έδρα το Αίγιο, με 100 περίπου άνδρες και επικεφαλής τον Αυστριακό λοχαγό Χανς Σόμπερ (Schober) κινούνταν προς τα Καλάβρυτα. Έκαναν την βαριά αμέλεια να μην πάρουν μαζί τους ασύρματο και δεν μπορούσαν να καλέσουν βοήθεια. Ξαφνικά δέχεται επίθεση από ομάδα 350 ανταρτών του ΕΛΑΣ. Ο λόχος που αποτελούνταν κυρίως από βοηθητικούς εγκλωβίζεται στην απόκρημνη χαράδρα της Κερπινής. Τη νύχτα 15 περίπου Γερμανοί σπάζουν τον κλοιό και επιστρέφουν στο Αίγιο. Το πρωί οι υπόλοιποι παραδίνονται. Είχαν 4 νεκρούς και 3 τραυματίες. Ο ΕΛΑΣ είχε 6 νεκρούς.
Πάγιες διαταγές του αρχηγείου του ΕΛΑΣ ήταν οι αιχμάλωτοι να εκτελούνται επί τόπου, αλλά πώς να εκτελέσεις 81 άτομα; Μεταφέρουν λοιπόν τους αιχμαλώτους οι Ελασίτες αρχικώς στα Καλάβρυτα. Τους γδύνουν, τους πλιατσικολογούν και τους διαπομπεύουν. Τους 3 τραυματίες, τους βάζουν σε ένα πρόχειρο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ που λειτουργεί στο ξενοδοχείο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, δήθεν για να νοσηλευτούν. Στην πραγματικότητα τους παραδίνουν στην ΟΠΛΑ, την οργάνωση δολοφόνων του ΕΛΑΣ. Η ΟΠΛΑ τους βασανίζει και τους σκοτώνει χτυπώντας τους στο κεφάλι με γκασμά. Πετάει τα πτώματά τους σε ένα ξεροπήγαδο των Λιγνιτωρυχείων «Ξυδιάς», νοτίως των Καλαβρύτων.
Το γεγονός μαθεύεται στα Καλάβρυτα. Για να αποσείσουν το άγος οι Καλαβρυτινοί ανασύρουν τις σορούς των Γερμανών από το πηγάδι και τις θάβουν χριστιανικά στο νεκροταφείο.
Την άλλη μέρα, 18 Οκτωβρίου, ο ΕΛΑΣ μετακινεί τούς 78 εναπομείναντες αιχμαλώτους στα Μαζέικα. Οι Γερμανοί μαθαίνουν τα καθέκαστα και ζητούν την απελευθέρωσή τους. Τις διαπραγματεύσεις αναλαμβάνει ομάδα επιφανών Καλαβρυτινών με επικεφαλής τον αρχιμανδρίτη Κωνστάντιο Χρόνη (μετέπειτα Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως). Ματαίως προσπαθούν να πείσουν την ηγεσία του ΕΛΑΣ να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους. Οι Γερμανοί είχαν δεχθεί να απελευθερώσουν ακόμα και κρατούμενους κομμουνιστές για ανταλλαγή. Προειδοποιούσαν όμως ότι αν πάθαιναν κάτι οι αιχμάλωτοι, για κάθε νεκρό Γερμανό θα σκότωναν 50 κατοίκους της περιοχής. Ο ΕΛΑΣ προφανώς ήθελε το ίδιο. Τα Καλάβρυτα ήταν πλούσια σχετικά κωμόπολη, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ταξικά εχθρική. Άλλωστε οι εκτελέσεις αμάχων Ελλήνων σε αντίποινα των δικών τους εγκλημάτων ανάγκαζαν χιλιάδες ανθρώπους να βγαίνουν στο βουνό για να γλυτώσουν από την οργή των Γερμανών ή από τις σφαγές Ελλήνων που ο ίδιος ο ΕΛΑΣ διέπραττε συστηματικά, παγιώνοντας την εξουσία του και παίρνοντας θέση μάχης για την κατάληψη της Ελλάδας και την προσάρτησή της στο κομμουνιστικό στρατόπεδο, μετά τη διαφαινόμενη ήττα του Άξονα.
Έτσι στις 7 Δεκεμβρίου 1943 ο ΕΛΑΣ μεταφέρει τους 78 Γερμανούς αιχμαλώτους στη θέση Μαγείρου του Χελμού. Τους εκτελεί και πετάει τα πτώματά τους σ’ ένα βάραθρο 80 μέτρων.
Οι Γερμανοί το μαθαίνουν. Μαθαίνουν και για την τύχη των 3 τραυματιών. Στις 10 Δεκεμβρίου 1943 κάνουν εκταφή των σορών τους και νεκροψία. Διαπιστώνουν τον φριχτό τρόπο με τον οποίο δολοφονήθηκαν.
Τη συνέχεια την ξέρουμε"... 
Από κει και πέρα μας τα έχουν πεί.
13 Δεκεμβρίου 1943.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 11, 2017


ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΟΥΖΑΚΗΣ… 1384 μ.χ.

Κοντά στην Μητρόπολη της Καστοριάς, βρίσκεται η μικρή μονόχωρη ξυλόστεγη εκκλησία του Αγίου Αθανασίου.

Η εκκλησία σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, κτίστηκε και ζωγραφίστηκε το 1384/5 με κτήτορα τον «αφθεντεύοντα» Θεόδωρο Μουζάκη μαζί με τον ιερομόναχο Διονύσιο, δηλαδή μέσα στην περίοδο ανάμεσα στην Σερβική και Τουρκική κατάκτηση, όπου κυριαρχούσε και στην Καστοριά η παλιά οικογένεια των Μουζάκη.

Η οικογένεια ήταν «αφθεντεύουσα»(Maison feodale, dont le fondateur André, θανόντος το  1319 διαβάζω σε Γαλλόφωνο βιβλίο)  σε μια μεγάλη περιοχή που περιλάμβανε την Καστοριά και το Βεράτι. (Βυζαντινή Πουλχεριούπολις)

Οι αγιογραφίες και οι πληροφορίες ελήφθησαν από το βιβλίο «Βυζαντινή τέχνη στην Ελλάδα, Καστοριά», Εκδόσεις Μέλισσα.

Βιβλιογραφία Ορλάνδος «Τα  Βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς».

La généalogie de la dynastic medieval figure dans Hope, Chroniques Greco-Romanes.
                                                             

Η Ανατολική πλευρά 
                                                     Η Παναγία του Ευαγγελισμού

H Βαϊφόρος

Η Κοινωνία των Αποστόλων
Η Βάπτιση και οι άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος και Ευγένιος
Η Έγερση του Λαζάρου και οι άγιοι Μαρδάριος, Ανανίας και Αζαρίας. 
Ο δυτικός τοίχος με την κτητορική επιγραφή.

Η κοίμηση της Θεοτόκου.
Το κριτήριον του Καϊάφα και η άρνηση του Πέτρου. 
Ο Ελκόμενος επί σταυρού.
Οι τοπικοί άγιοι Νικόλαος ο νέος και Αλέξανδρος ο Πύδνης.
Η Δέηση (τμήμα)
Οι άγιοι Θεόδωροι με τον Χριστό.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 07, 2017

Υπόθεση Προφιούμο 1963.


Η πιό διάσημη καρέκλα στην ιστορία της φωτογραφίας. H πανέμορφη Christine Keeler που κατέστρεψε τον Προφιούμο, πέθανε χθες 5-12-2017, στα 75 της. Παλιές ιστορίες του Ψυχρού Πολέμου. H διάσημη φωτογραφία που αντιγράφηκε χιλιάδες φορές είναι του Lewis Morley. 1963

Τρίτη, Δεκεμβρίου 05, 2017


3 Δεκεμβρίου 1944: ο μεγάλος μύθος της Αριστεράς

Οι σφαίρες που έπεσαν το πρωινό της 3ης Δεκεμβρίου 1944 στην πλατεία Συντάγματος αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο και μύθο του ερμηνευτικού σχήματος της Αριστεράς για την περίοδο 1944-1949.

Μέσα από το πώς κατέγραψαν και ερμήνευσαν τα γεγονότα οι διανοούμενοι της, η Αριστερά από θύτης έγινε θύμα. Επέβαλε την λήθη για τα εγκληματικά πεπραγμένα της την περίοδο από την άνοιξη του 1943 έως τον Νοέμβριο του 1944 και μέσω της θυματοποίησης της προσπάθησε να ηθικοποιήσει την συμπεριφορά της.

Να βιώσει φαντασιακά, στο συλλογικό υποσυνείδητο της το τραύμα και την ήττα, χωρίς ενοχές.

Αλλά το ερμηνευτικό της σχήμα για τα Δεκεμβριανά βασίζεται σε σκόπιμες αποκρύψεις και σε συνειδητές παραποιήσεις και ψεύδη. Ας δούμε λοιπόν, τα συμβάντα – κατά στεγνή καταγραφή – στην Αθήνα τις τελευταίες ημέρες του Νοεμβρίου και τις πρώτες ημέρες του Δεκεμβρίου του 1944, που αποδομούν αυτόν τον μύθο.

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των ίδιων των ηγετών του ΚΚΕ, στις 27 Νοεμβρίου 1944 συνεδρίασε στο «Αρεταίειο» νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν ο Γ.Ιωαννίδης, το Π.Γ του ΚΚΕ. Εκεί ελήφθη η απόφαση να μην παραδώσει τα όπλα του ο ΕΛΑΣ και η Πολιτοφυλακή μέχρι της 10 Δεκεμβρίου, όπως όριζε η απόφαση του στρατηγού Σκόμπι. Γιατί εκλογές με ένοπλα στρατιωτικά τμήματα των διαφόρων παρατάξεων δεν μπορούσαν να γίνουν.

Την 1η Δεκεμβρίου, σε συνέχεια της παραπάνω απόφασης, το Π.Γ του ΚΚΕ αποσύρει τον ΕΛΑΣ από την δικαιοδοσία του Σκόμπι, καθώς επανασυγκρότησε την Κέντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, παραβιάζοντας έτσι την συμφωνία της Γκαζέρτας, που προέβλεπε πως τελικά όλοι οι στρατιωτικοί σχηματισμοί θα υπάκουαν στις εντολές του Βρετανού στρατηγού.
Ronald Scobie

Επιπροσθέτως, την ίδια μέρα, το 1ο Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ εκδίδει πολύ συγκεκριμένες διαταγές προσβολής στόχων των κυβερνητικών δυνάμεων, που κοινοποιούνται σε συγκεκριμένες μονάδες του ΕΛΑΣ που βρίσκονται και εκτός Αττικής.
Μάλιστα, την διαταγή της προσβολής της Γ΄Ορεινής Ταξιαρχίας του Θρ.Τσακαλώτου την μεταφέρουν στην έδρα της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, αυτοπροσώπως, δύο μέλη του Π.Γ. του ΚΚΕ. 
Και όλα αυτά πίσω από την πλάτη των καλοπροαίρετων συμμάχων τους στο ΕΑΜ, Σβώλου, Τσιριμώκου, Ασκούτση, Σωμερίτη, κ.α.
Συμπερασματικά, τα παραπάνω αποδεικνύουν πως η ηγεσία του ΚΚΕ, αποφάσισε να εφαρμόσει το σχέδιο κατάληψης της Αθήνας, που είχε εκπονηθεί την άνοιξη του 1943, από τον στρατιωτικό σύμβουλο του Π.Γ.του ΚΚΕ, πολύ πριν τα γεγονότα της 3ης Δεκεμβρίου.
Οι σφαίρες που έπεσαν στην Πλατεία Συντάγματος και οι δώδεκα νεκροί, ελάχιστη σχέση είχαν με την σύγκρουση που είχε προαποφασισθεί.
Ήταν λογικό, με βάση την τριτοδιεθνιστική αντίληψη που είχαν τα στελέχη του ΚΚΕ, να μην αποδεχόταν την παράδοση των όπλων, γιατί απλούστατα αυτά και μόνον αυτά τους εξασφάλιζαν την κυριαρχία τους στην χώρα.
Spitfire πάνω από την Αθήνα.

Ο φιλίστωρ αναγνώστης θα αναρωτηθεί: « μα οι ηγέτες του ΚΚΕ, δεν είχαν αντιληφθεί πως η Ελλάδα ήταν εκτός του Σοβιετικού ενδιαφέροντος;». Φυσικά και το αντελήφθησαν. Το γεγονός πως τα Σοβιετικά στρατεύματα, «έγλειψαν» τα σύνορα της χώρας μας και κινήθηκαν δυτικά, ήταν ένα σαφές μήνυμα.

Θρασύβουλος Τσακαλώτος

Όμως, σε αυτήν την περίπτωση λειτούργησε ο επαναστατικός βολονταρισμός. «Δεν υπάρχει άπαρτο κάστρο για τους κομμουνιστές» είχε πει ο Στάλιν. Και oι ηγέτες του ΚΚΕ επεχείρησαν μόνοι τους, εκτιμώντας λάθος τον συσχετισμό των δυνάμεων, να καταλάβουν την εξουσία, χωρίς την βοήθεια του Κόκκινου Στρατού.
Ανατιναγμένο κτίριο δίπλα στο Πολυτεχνείο
Τι επεδίωκε το ΚΚΕ με την Δεκεμβριανή στάση; 1) Να ομογενοποιήσει πολιτικά και ιδεολογικά τον χώρο της Βαλκανικής. Δηλαδή να συντονιστούν τα βήματα της Ελλάδος με αυτά των άλλων Βαλκανικών χωρών, που είχαν απελευθερώσει οι Σοβιετικοί και 2) οι εκλογές και το δημοψήφισμα να διενεργηθούν υπό την πλήρη κυριαρχία του ΚΚΕ, με ό,τι αυτό σήμαινε για την γνησιότητα τους.
Σήμερα, 73 χρόνια μετά, με καθαρή ματιά, ας αντιληφθούμε τι διακυβεύθηκε τον Δεκέμβριο του 1944 στους δρόμους της Αθήνας και ας κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ στους χωροφύλακες του Μακρυγιάννη, στους άνδρες της Γ΄ Ορεινής Ταξιαρχίας του Θρ.Τσακαλώτου και στον «πατέρα της νίκης» Ουίνστων Τσώρτσιλ, που κράτησαν την Ελλάδα στον Ελεύθερο Κόσμο.
Του Σάκη Μουμτζή.

Η ντροπή του εθνικού διχασμού. Το Δ΄Σώμα Στρατού που εγκατέλειψε τη Δράμα και παραδόθηκε αμαχητί στους Γερμανούς

22 Σεπτεμβρίου 1916. Στην πόλη Γκέρλιτς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, έφταναν με τρένο από τη Δράμα, 6.100 Έλληνες στρατιώτες, 430 αξιωματικοί, δυνάμεις της ελληνικής χωροφυλακής, στρατιωτικοί υπάλληλοι, 93 γυναίκες αξιωματικών και 5 παιδιά.
Ήταν όλη η δύναμη του Δ’ Σώματος Στρατού μαζί με τον οπλισμό της, που είχε παραδοθεί στις γερμανικές δυνάμεις και έζησε στην «αιχμαλωσία», συμβιώνοντας με τους κατοίκους της ξένης πόλης.
Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν από το πρωτοφανές γεγονός της μεταφοράς στρατιωτικής δύναμης σε ξένο κράτος, ακόμη και σήμερα προκαλούν ερωτηματικά, σχετικά με το αν ήταν προδοσία ή όχι.

Η εισβολή των Βουλγάρων στην Α. Μακεδονία

Τον Αύγουστο του 1916, η Ελλάδα ήταν «κομμένη» στα δύο.
Από τη μια ήταν η κυβέρνηση Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι αγγλογαλλικές δυνάμεις της Αντάντ.
Από την άλλη, η κυβέρνηση των Αθηνών, υπό τον Γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο.
Στις 18 του μήνα, ο βουλγαρικός στρατός με σύμμαχο τη Γερμανία, εισέβαλε αιφνιδιαστικά στην Ανατολική Μακεδονία.
Στόχος τους, όπως ισχυρίζονταν, ήταν να περιορίσουν τις κινήσεις των εχθρικών δυνάμεων της Αντάντ.
Την ίδια μέρα, οι πρέσβεις της Γερμανίας και της Βουλγαρίας, με επίσημες διακοινώσεις των κυβερνήσεών τους, έδιναν εξηγήσεις.
Η εισβολή, όπως διαβεβαίωναν, είχε αποκλειστικά στρατιωτικά κίνητρα, για να κόψουν τις κινήσεις των αγγλογαλλικών δυνάμεων.
Ταυτόχρονα, παρείχαν εγγυήσεις ότι δεν κινδυνεύει η ακεραιότητα της χώρας και ότι δεν θα έθιγαν την εξουσία των τοπικών αρχών.
Δεν είχαν σκοπό, όπως έλεγαν, να καταλάβουν τις Σέρρες, τη Δράμα και την Καβάλα, ενώ ο στρατός τους θα αποχωρούσε όταν εξέλειπαν οι στρατιωτικοί λόγοι.

Η έκκληση του διοικητή για βοήθεια

Οι εγγυήσεις που έδωσαν στον βασιλιά Κωνσταντίνο οι Γερμανοί, τον καθησύχασαν και έδωσε εντολή στους επιτελείς του Δ’ Σώματος Στρατού να συμπτυχθούν στις πόλεις και να περιμένουν εντολές.
Ο εκτελών χρέη διοικητή, συνταγματάρχης Ιωάννης Χατζόπουλος, με καθημερινές εκκλήσεις προς την Αθήνα, ζητούσε βοήθεια.

«Αναφέρω ότι η συμπεριφορά των Βουλγάρων είναι εντελώς εχθρική. Οι κάτοικοι των πόλεων Σερρών και Δράμας έντρομοι καταφεύγουν εις Καβάλα.

Παρακαλώ όπως τύχω άμεσης απαντήσεως επί αιτήσεώς μου να επιστρέψουν αμέσως οι επίστρατοι καθόσον οι προθέσεις των Βουλγάρων περί καταλήψεως της Καβάλας εκδηλούνται από ώρα εις ώρα σαφέστερες, εάν δε συμβεί τούτο η πόλις θα καταστραφεί και θα αιχμαλωτιστεί το Σώμα ολόκληρον.
Είναι αναγκαία η αποστολή στόλου, διότι μόνον η παρουσία του θα καθησυχάσει τους πληθυσμούς. Δεν είναι δυνατόν να αντιληφθείτε την ενταύθα κατάστασιν».
Η απάντηση της Αθήνας εστάλη την ίδια μέρα: «Την πρότασιν περί εφέδρων αποκρούομεν, αποκλείοντες την βίαν.
Καθησυχάσατε έντρομους πληθυσμούς και ενθαρρύνατε αυτούς. Στόλος δεν θα αποσταλεί».
Η κατάσταση στο μεταξύ διαρκώς χειροτέρευε και ο κλοιός γύρω από την Καβάλα έσφιγγε ασφυκτικά.

Η αφερεγγυότητα των Γερμανών
Οι Γερμανοί αναθεώρησαν τη στάση τους και αδιαφορώντας για τις εγγυήσεις που έδωσαν στον βασιλιά, πίεζαν αφόρητα τον Χατζόπουλο, να εγκαταλείψει την πόλη.
Οι ιστορικοί υποστηρίζουν, ότι υπήρξε πρόταση Βρετανού πλοιάρχου ενός ατμόπλοιου, που υπήρχε στο λιμάνι της Καβάλας, να μεταφέρει το στράτευμα στη Θεσσαλονίκη.
Ο Χατζόπουλος όμως αρνήθηκε, επειδή ήταν πιστός στον Κωνσταντίνο και δεν ήθελε να ενισχύσει το αντιβασιλικό κίνημα της Εθνικής Αμύνης.
Οι συνέπειες του διχασμού ήταν ολέθριες και ντροπιαστικές για τον ελληνικό στρατό.
Ο Χατζόπουλος απευθύνθηκε στον Γερμανό αρχιστράτηγο Χίντενμπουργκ.


Για να αποφευχθεί η αιχμαλωσία του Σώματος από τον βουλγαρικό στρατό, του ζήτησε τη μεταφορά του στρατεύματος, μαζί με τον οπλισμό του, στη Γερμανία, ως το τέλος του πολέμου.
Το αίτημα του συνταγματάρχη Χατζόπουλου έγινε δεκτό.
Οι Έλληνες στρατιώτες παραδόθηκαν αμαχητί, εγκατέλειψαν οικειοθελώς την πόλη σε μια ξένη στρατιωτική δύναμη και αποφάσισαν να μεταφερθούν στη Γερμανία και συγκεκριμένα
στην πόλη Γκέρλιτς.
Για τη μεταφορά χρησιμοποιήθηκαν 10 τρένα και το ταξίδι έγινε μέσω Βουλγαρίας.
Το ταξίδι από τη Δράμα κράτησε 12 μέρες.
Η υποδοχή και η ζωή στο Γκέρλιτς

Όταν ο ελληνικός στρατός έφθασε στο Γκέρλιτς, η υποδοχή ήταν θερμή. Γερμανοί αξιωματικοί και κάτοικοι της πόλης υποδέχθηκαν το Δ’ Σώμα Στρατού, ενώ μπάντα παιάνιζε προς τιμή τους. Οι αρχικές προσπάθειες των Γερμανών, κυρίως όσων αγαπούσαν την κλασική Ελλάδα, ήταν να εμφανιστεί η παραμονή των Ελλήνων στη Γερμανία ως πράξη «φιλοξενίας».
Ωστόσο, ήταν μια ιδιότυπη αιχμαλωσία, καθώς σε κανέναν και για οιονδήποτε λόγο δεν επετράπη να εγκαταλείψει το γερμανικό έδαφος, καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου.
Η λογική του διαχωρισμού των Ελλήνων σε βενιζελικούς και βασιλικούς, τους ακολούθησε και στη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια της παραμονής στη γερμανική πόλη, οι φιλιβασιλικοί και γερμανόφιλοι αξιωματικοί είχαν προνόμια, τα οποία δεν ίσχυαν και για τους βενιζελικούς.

Στις αρχές του 1918, με την κατηγορία ότι ασκούσαν προπαγάνδα, 25 Έλληνες αξιωματικοί οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Βέρλ της Βεστφαλίας, ενώ άλλοι 17 στις φυλακές του Κόνιγκσμπεργκ. Η θερμή φιλοξενία των πρώτων ημερών δεν είχε συνέχεια και ούτε ήταν εύκολο, καθώς η Γερμανία ήταν σε πόλεμο και ούτως ή άλλως υπήρχαν ελλείψεις.
Για τους απλούς στρατιώτες όμως, η κατάσταση ήταν μαρτυρική.
Σχεδόν στο σύνολό τους, υπέφεραν το μαρτύριο των στερήσεων, της ελλιπούς διατροφής και του αφόρητου κρύου στις παράγκες του στρατοπέδου, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους περίπου 400 άτομα, τα περισσότερα από φυματίωση. Οι σχέσεις της γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης και των Ελλήνων, όσο περνούσε ο καιρός, γίνονταν και πιο εχθρικές.
Οι Γερμανοί απαίτησαν από τους στρατιώτες να συμμετέχουν σε αγροτικές ασχολίες.
Ορισμένοι Έλληνες διασκορπίστηκαν βίαια, από την Κολωνία μέχρι και το Μπρέσλαου, σε πολεμικές βιομηχανίες, ορυχεία, εργοστάσια και αλλού.
Η δράση των Ελλήνων
Παρά τα προβλήματα, οι Έλληνες «όμηροι» μεγαλούργησαν ως κοινότητα.

Έβγαλαν δική τους εφημερίδα, που εκδόθηκε σε όλη τη Γερμανία και ηχογράφησαν ρεμπέτικα και παραδοσιακά τραγούδια.
Εκεί έγινε για πρώτη φορά παγκοσμίως και η ηχογράφηση ενός μπουζουκιού, τον Ιούλιο του 1917.
Αξιόλογη ήταν επίσης η πνευματική και πολιτιστική δράση πολλών Ελλήνων αιχμαλώτων καλλιτεχνών και διανοουμένων, όπως του σπουδαίου θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα.
Φυσικά, δημιουργήθηκαν σχέσεις και οι στρατιώτες ερωτεύθηκαν και παντρεύτηκαν Γερμανίδες.
Τελικά, η «αιχμαλωσία» τους έληξε, όταν η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο.
 
Μετά την ανακωχή, τον Νοέμβριο του 1918, οι βασιλόφρονες αξιωματικοί, φοβούμενοι αντίποινα, αρνήθηκαν να επιστρέψει το Δ΄ Σώμα Στρατού στη «βενιζελική» Ελλάδα. Ωστόσο, οι περισσότεροι στρατιώτες πήραν μέρος στη γερμανική επανάσταση των Σπαρτακιστών της Ρόζας Λούξεμπουργκ, με αίτημα την άμεση επιστροφή τους στην Ελλάδα.
Μετά την αποτυχία της εξέγερσης, δραπέτευσαν με κάθε μέσο και επέστρεψαν κατά ομάδες στην Ελλάδα.
Για αρκετούς «βασιλικούς» όμως, τα πράγματα στην Ελλάδα δεν ήταν καλύτερα.
Υπέστησαν διώξεις, εκ μέρους των βενιζελικών αρχών και κατηγορήθηκαν για προδοσία.
Υπήρξαν μέχρι και θανατικές καταδίκες αξιωματικών, οι οποίες όμως, ενόψει των εκλογών του 1920, δεν εκτελέστηκαν. Π
άνω από 200 Έλληνες έμειναν στο Γκέρλιτς.
Το 1921, ιδρύθηκε ο Ελληνικός Σύνδεσμος Γκέρλιτς και διαλύθηκε με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.
Σήμερα εκεί ζουν πάνω από 40 απόγονοι Ελλήνων.
Αντλήθηκαν πληροφορίες από: Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919, Γεράσιμος Αλεξάτος, εκδόσεις Αδελφοί Κυριακίδη
Επίσης περισσότερες πληροφορίες από: